

Αποκόλληση Υαλοειδούς - Αποκόλληση Αμφιβληστροειδούς
Η αποκόλληση του υαλοειδούς είναι μια συχνή κατάσταση, που συμβαίνει όταν το υαλοειδές σώμα απομακρύνεται από τον αμφιβληστροειδή. Το υαλοειδές σώμα είναι το διαφανές gel που γεμίζει το εσωτερικό του ματιού και συνδέεται φυσιολογικά, στο οπίσθιο τμήμα του με τον αμφιβληστροειδή. Με την πάροδο της ηλικίας ή λόγω άλλων παραγόντων, αυτή η σύνδεση μπορεί να διαρραγεί κατά τόπους. Η κατάσταση αυτή είναι πιο συχνή σε άτομα άνω των 50 ετών, αλλά μπορεί να συμβεί και σε νεότερους ανθρώπους, ειδικά σε άτομα με υψηλή μυωπία, μετά από τραυματισμό, σήκωμα μεγάλου βάρους, βαριές εργασίες, κ.λ.π.
Τα κύρια συμπτώματα της αποκόλλησης του υαλοειδούς περιλαμβάνουν την εμφάνιση μυοψιών («μυγάκια»)" ή "σκιάσεων" στην όραση, τα οποία μετακινούνται καθώς μετακινείται το βλέμμα και την παρουσία φωτεινών «λάμψεων», ιδιαίτερα στο περιφερικό οπτικό πεδίο. Η διάγνωση της αποκόλλησης του υαλοειδούς γίνεται με τη βυθοσκόπηση κατά την οποία ελέγχουμε αν η αποκόλληση περιορίζεται μόνο στο υαλοειδές, ή αν έχει προκαλέσει βλάβες και στον αμφιβληστροειδή, όπως ρωγμές ή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς. Δεν απαιτεί κάποια θεραπεία, παρά μόνο παρακολούθηση.
Αντίθετα με την αποκόλληση υαλοειδούς, η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς είναι μια πολύ σοβαρή, απειλητική για την όραση κατάσταση, κατά την οποία ο αμφιβληστροειδής – το φωτοευαίσθητο στρώμα του ματιού – αποκολλάται από το υποκείμενο στρώμα που τον θρέφει. Χωρίς την άμεση παροχή οξυγόνου και θρεπτικών ουσιών, τα κύτταρα του αμφιβληστροειδούς κινδυνεύουν να νεκρωθούν, οδηγώντας σε μόνιμη απώλεια όρασης.
Τα συμπτώματα της αποκόλλησης αμφιβληστροειδούς δεν διαφέρουν ιδιαίτερα από αυτά της αποκόλλησης υαλοειδούς, εμφανίζονται ξαφνικά και περιλαμβάνουν την ξαφνική αύξηση “μυγών” στην όραση, έντονες λάμψεις (φωτεινά φλας), θόλωση της όρασης ή την αίσθηση “κουρτίνας” που καλύπτει μέρος του οπτικού πεδίου. Αυτά τα σημάδια απαιτούν άμεση ιατρική αξιολόγηση, ώστε να διαγνωσθεί έγκαιρα αν υπάρχει ρωγμή, ή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς και να αντιμετωπιστεί άμεσα, ώστε να αποφευχθεί ενδεχόμενη επέκταση και να μην απειληθεί η όραση του ασθενούς.
Η διάγνωση γίνεται με λεπτομερή βυθοσκόπηση, με ειδικούς φακούς και σε ορισμένες περιπτώσεις με περαιτέρω ειδικές εξετάσεις, όπως υπερηχογράφημα του οφθαλμού, αν τα διαθλαστικά μέσα του ματιού δεν επιτρέπουν καλή ορατότητα του αμφιβληστροειδούς. Η αντιμετώπιση των ρωγμών γίνεται συνήθως με laser ενώ η αποκόλληση αμφιβληστροειδούς αποκαθίσταται μόνο χειρουργικά.
Η πρόγνωση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πόσο γρήγορα θα πραγματοποιηθεί η αποκατάσταση του προβλήματος. Η άμεση διάγνωση και θεραπεία αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες αποκατάστασης της όρασης, γι’ αυτό και η παρουσία των συμπτωμάτων που αναφέρθηκαν (λάμψεις, «μυγάκια», απώλεια τμήματος του οπτικού πεδίου, κ.λ.π) θα πρέπει να ελέγχονται αμέσως μόλις εμφανιστούν .
