Γλαύκωμα

Το γλαύκωμα είναι ένας όρος που αναφέρεται σε σύνολο παθήσεων με κοινό χαρακτηριστικό την προοδευτική βλάβη του οπτικού νεύρου, το οποίο είναι υπεύθυνο για τη μετάδοση των οπτικών πληροφοριών από το μάτι στον εγκέφαλο. Συνήθως σχετίζεται με υψηλή ενδοφθάλμια πίεση. Το γλαύκωμα προκαλεί σταδιακή απώλεια όρασης και μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε τύφλωση, εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα. Υπάρχουν διάφοροι τύποι γλαυκώματος, με τον πιο κοινό να είναι το πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας.


Στα πρώτα στάδια συνήθως δεν υπάρχουν εμφανή συμπτώματα, γεγονός που αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο της νόσου, καθώς η διάγνωση μπορεί να καθυστερήσει για χρόνια, γεγονός που καθιστά τον προληπτικό έλεγχο κρίσιμης σημασίας για την έγκαιρη διάγνωση και τη μετέπειτα πορεία. Η νόσος επηρεάζει αρχικά την περιφερική όραση, οπότε δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό το πρόβλημα, ενώ σε πιο προχωρημένα στάδια επηρεάζεται και η κεντρική όραση.

Η διάγνωση του γλαυκώματος πραγματοποιείται μέσω εξετάσεων, όπως η μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, η γωνιοσκοπία, η βυθοσκόπηση για την αξιολόγηση της κατάστασης του οπτικού νεύρου καθώς και πιο ειδικές εξετάσεις, όπως η διενέργεια οπτικών πεδίων, η οπτική ομογραφία συνοχής (O.C.T.) του οπτικού νεύρου, κ.α. Η πρώιμη διάγνωση και η τακτική παρακολούθηση είναι κρίσιμες για την αποτροπή της προοδευτικής απώλειας όρασης.

Η θεραπεία του γλαυκώματος στοχεύει στη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης, με σκοπό να αποτραπεί η περαιτέρω βλάβη του οπτικού νεύρου. Αρχικά η θεραπεία είναι φαρμακευτική με αντιγλαυκωματικά κολλύρια, ενώ σε πιο προχωρημένα στάδια μπορεί να απαιτηθεί η διενέργεια laser, ή χειρουργικής επέμβασης. Παρά το γεγονός ότι το γλαύκωμα είναι μια χρόνια πάθηση, με την κατάλληλη θεραπεία μπορεί να ελεγχθεί και να επιβραδυνθεί σημαντικά η εξέλιξή του, επιτρέποντας στους ασθενείς να διατηρήσουν την όρασή τους σε βάθος χρόνου, σε όσο το δυνατόν πιο ικανοποιητικά επίπεδα.


a person holding a green object in their hand

Φόρμα Ενδιαφέροντος